Ενεργητική φωνή
αρχικοί
χρόνοι
|
σύνθετα
|
παράγωγα
|
ἵστημι : στήνω
ἵστην
στήσω
ἔστησα
στήσας ἔχω
ΠΡΟΣΟΧΗ
στήσας εἶχον
|
ἀνίστημι: στήνω κάτι όρθιο, ἀνασταίνω
αναστατώνω
καθίστημι: ορίζω, διορίζω, νομοθετώ
μεθίστημι: αλλάζω, μεταβάλλω
παρίστημι: παρουσιάζω
ἀνθίστημι: στήνω εναντίον
ἐφίστημι: τοποθετώ πάνω σε κάτι
+ τόν νουν: εφιστώ την
προσοχή
ἀφίστημι: απομακρύνω
ἀντικαθίστημι
συνίστημι:
στήνω μαζί, συνδυάζω,
συγκροτώ
|
στάση και
όλα τα σύνθετα (ανά, παρά, κατά, διά, αντί, περί, υπό, σύν, εν, εκ, μετά
κ.λ.π.)
-στάτης
-στημα
-ιστώ
-στατώ
-σταίνω
σταθμός,
στάθμη,
|
τίθημι : θέτω,
τοποθετώ
ἐτίθην
θήσω
ἔθηκα
τέθηκα/τέθεικα
|
ἀνατίθημι:
επιρρίπτω, αναφέρω
αφιερώνω( >ανάθεμα)
κατατίθημι:
πληρώνω, φυλακίζω
διατίθημι:
διανέμω, διευθετώ
μετατίθημι:
μεταθέτω
παρατίθημι:
παραθέτω
ἐπιτίθημι:
επιθέτω ( τοποθετώ επί τινος)
προτίθημι:
παραθέτω
εκθέτω νεκρό (> πρόθεση)
ἐκτίθημι
προστίθημι:
πλησιάζω, προσαρμόζω
συντίθημι:
συνθέτω, συνάπτω,
κατασκευάζω
|
-θέτης
θέση
(ανά-, παρά-, κατά-, διά-, σύν-, αντί-, επί-, υπό- εν-, εκ-,πρό-, προσ-,
κ.λ.π.)
θεσμός
θήκη
(και σύνθετα)
θετός
θετικός
|
ἵημι: ρίχνω
ἵην
-ήσω
-ηκα προσοχή:
εῖκα
διατηρείται
η δασεία.
|
ἵημι:
ρίχνω, στέλνω
ἀνίημι:
αναπέμπω,
στέλνω πίσω
εγκαταλείπω,χαλαρώνω
ἀφίημι:
αφήνω, απολύω, πετώ,
χωρίζω, ανέχομαι
ἐφίημι:
στέλνω προς κάποιον,
ρίχνω εναντίον κάποιου
απολύω, χαλαρώνω
μεθίημι:
χαλαρώνω, αποβάλλω
προϊημι:
πετώ,
εκσφενδονίζω
προαποστέλλω
ἐξίημι:
αποστέλλω
παρίημι:
παραλείπω,
αφήνω κάτι να
πέσει κοντά
|
άνεση/άνετος
άφεση/αφετηρία
έφεση
(επιθυμία)
ένεση
εφέτης
εφετείο
χειραφέτηση
κάθετος/καθετήρας
σύνεση
συνετός
ύφεση
|
δίδωμι: δίνω,
παρέχω, χαρίζω
ἐδίδουν
δώσω
ἔδωκα
δέδωκα
ἐδεδώκειν
|
ἀναδίδωμι:
δίνω προς τα πάνω
παράγω, φέρω
διαδίδωμι:
δίνω από χέρι σε χέρι
μεταδίδωμι:
δίνω μέρος από κάτι
ἐπιδίδωμι:
δίνω δωρεάν ως προίκα
ἀποδίδωμι:
δίνω πίσω κάτι που χρωστάω
ἐνδίδωμι:
δίνω στα χέρια, υποχωρώ
ἐκδίδωμι:
παντρεύω την κόρη
δανείζω
καταδίδωμι
ἀνταποδίδωμι
|
δόση
(αντί-, παρά-, κατά-, διά-, κ.λ.π.)
δώρο
δότης
(και σύνθετα)
ανέκδοτος
ανένδοτος
|
Φωνηεντόληκτα ρήματα σε -μι
Μέση φωνή
αρχικοί
χρόνοι
|
σύνθετα
|
ἵσταμαι
ἵστάμην
στήσομαι/σταθήσομαι
ἔστην*/ἐστησάμην/ἐστάθην
![]()
ἑστήκειν/εἱστήκειν (βλ. Γραμμ. Σελ.
229)
*
ΠΡΟΣΟΧΉ στο πνεύμα, στους σύνθετους τύπους
|
ἀνίσταμαι: σηκώνομαι όρθιος
καθίσταμαι: εγκαθίσταμαι, διορίζομαι
μεθίσταμαι: αποχωρώ, αποθνήσκω
παρίσταμαι: είμαι παρών, βοηθώ
ἀνθίσταμαι
διίσταμαι
ἐπανίσταμαι: επαναστατώ
ἐφίσταμαι: επιβάλλομαι
ἀφίσταμαι: απέχω, απομακρύνομαι
αποστατώ
ὑφίσταμαι: υποτάσσομαι
κρύπτομαι
υπόσχομαι
προίσταμαι
|
τίθεμαι
ἐτιθέμην
θήσομαι/τεθήσομαι
ἐθέμην/ ἐτέθην
τέθειμαι/τέθημαι/κεῖμαι
ἐκείμην
|
ἀνατίθεμαι: διηγούμαι σε κάποιον και ζητώ τη
γνώμη του
κατατίθεμαι: τακτοποιώ,ορίζω, αποφασίζω
διατίθεμαι: διαθέτω κάτι κατά τη βούλησή
μου, πουλώ
προτίθεμαι: προβάλλω, επιδεικνύω, προτιμώ,
(παθ.) προτείνομαι, ορίζομαι
μετατίθεμαι
παρατίθεμαι
ἀντιτίθεμαι
ἐπιτίθεμαι
ἐκτίθεμαι
συντίθεμαι
|
ἵεμαι
ἱέμην
-ήσομαι,-εθήσομαι
-είμην, -ηκάμην, -είθην
-εῑμαι
-είμην
|
ἀνίεμαι: είμαι χαλαρός, άνετος, απολύω
(ανειμένως: άνετα, απεριόριστα)
ἀφίεμαι: αφήνω, ελευθερώνω
ἐφίεμαι: διατάζω
(+ γεν.) : σφοδρά επιθυμώ
καθίεμαι: εφορμώ
συνίεμαι:
έρχομαι σε συμφωνία
προϊεμαι:
στέλνω κάτι μακριά, παραιτούμαι, εγκαταλείπω
(παθ. ) απορρίπτομαι, περιφρονούμαι
ἐξίεμαι:
απαλλάσσομαι από κάτι
προσίεμαι:
ανέχομαι, παραδέχομαι
+ απαρ.: ριψοκινδυνεύω
ἐπαφίεμαι:
εμπιστευομαι
|
δίδομαι
ἐδιδόμην
δώσομαι/δοθήσομαι
-εδόμην/εδόθην
δέδομαι
ἐδεδόμην
|
παραδίδομαι
εκδίδομαι
καταδίδομαι
|