27 Φεβ 2013

Οι Οικονομικές Εξελίξεις κατά τον 20ο Αιώνα



Tο αγροτικό ζήτημα

 

1η Παράγραφος:


                 Οι εξελίξεις στον οικονομικό τομέα
ασκούν
πιέσεις στον αγροτικό τομέα

ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ : Κυριαρχούσε μέχρι τον 19ο  αιώνα
Σταδιακή υποχώρηση μετά τη βιομηχανική επανάσταση στον « Δυτικό κόσμο »
    • Δυτικός κόσμος :   Η Ευρώπη ανήκει σ’ αυτόν.  - Η Ελλάδα βαδίζει με αργούς, «μεσογειακούς ρυθμούς» σ’ αυτήν την κατεύθυνση
ΕΛΛΑΔΑ: Η κατοχή γης παύει να είναι πηγή εξουσίας και κοινωνικού ταξικού κύρους ανοίγουν οι δρόμοι για την αγροτική μεταρρύθμιση.

ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ

Α. Κατάργηση μεγάλων ιδιοκτησιών
 Β. Κατάτμηση αξιοποιήσιμων εδαφών : μικρές παραγωγικές μονάδες οικογενειακού χαρακτήρα που ανταποκρίνονται καλύτερα στις νέες παραγωγικές και κοινωνικές συνθήκες


2η Παράγραφος:

  Ελληνικός χώρος: Διευθέτηση του προβλήματος της έγγειας ιδιοκτησίας χωρίς εντάσεις  που παρατηρήθηκαν σε άλλα  Ευρωπαϊκά, Βαλκανικά κράτη.



 Αίτια:
1. Προοδευτική διανομή των εθνικών γαιών --> πλήθος αγροτών με μικρές και μεσαίες ιδιοκτησίες
2. Τα λίγα εναπομείναντα τσιφλίκια (Αττική-Βοιωτία) δεν προκάλεσαν ιδιαίτερο πρόβλημα

Αλλά η διεύρυνση του κράτους :
Επτάνησα (1864),
Άρτα ,
Θεσσαλία(1881)
 έφερε στο προσκήνιο το ζήτημα της μεγάλης ιδιοκτησίας


 
 Τσιφλίκια της Θεσσαλίας  σε  Πλούσιους  Έλληνες του Εξωτερικού
o        Διατηρούν το θεσμό των κολίγων
o        Ασκούν πολιτικές και κοινωνικές πιέσεις για κερδοσκοπία (παραγωγή σιταριού)
                 α. Δασμοί στο σιτάρι από τη Ρωσία
                 β. Τεχνητές ελλείψεις

3η Παράγραφος

   ΕΝΤΑΣΕΙΣ    

Ψήφιση νόμων του 1907:
 Η ελληνική κυβέρνηση επιτρέπεται ν’ απαλλοτριώνει και να διανέμει σε ακτήμονες μεγάλες ιδιοκτησίες : Δύσκολη εφαρμογή - τριβές συγκρούσεις
( ΚΙΛΕΛΕΡ/1910 ) Τέλος Βαλκανικών πολέμων : Το ζήτημα γίνεται πιο περίπλοκο: Μουσουλμάνοι ιδιοκτήτες μεγάλων εκτάσεων στα νέα όρια της χώρας

4η Παράγραφος  
  
Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος – Εθνικός διχασμός :Αποφασιστικό βήμα προς την ολοκλήρωση της αγροτικής μεταρρύθμισης
1917 :  Κυβέρνηση Ελ. Βενιζέλου (Θεσ/νίκη): ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης

 ΔΙΠΛΟΣ ΣΤΟΧΟΣ:
1. Στήριξη και πολλαπλασιασμός των ελληνικών ιδιοκτησιών στις νεοαποκτηθείσες περιοχές
2. Αποκατάσταση προσφύγων και πρόληψη κοινωνικών εντάσεων στον αγροτικό χώρο
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Δυνατή η απαλλοτρίωση μεγάλων ιδιοκτησιών στα χρόνια αμέσως μετά τον πόλεμο για την αποκατάσταση των προσφύγων 


5η Παράγραφος

                          

Αναδιανομή:
o        Μακεδονία    85%,
o        Θεσσαλία   68%,
 Σύνολο χώρας :  40% των καλλιεργησίμων εκτάσεων



Μετά από λίγα χρόνια:
Προσφυγικό πρόβλημα  -->

 ολοκλήρωση αγροτικής μεταρρύθμισης  - ->
    
  καθεστώς μικροϊδιοκτησίας  
 
                   ΝΕΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ :

Οι μικροκαλλιεργητές δυσκολεύονται να εμπορευματοποιήσουν την παραγωγή – θύματα των εμπόρων

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ:
    • 1. Αγροτική Τράπεζα
    • 2. Κρατικοί οργανισμοί παρέμβασης
    • 3. Παραγωγικοί συνεταιρισμοί
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ : Το Αγροτικό ζήτημα αποκτά νέο περιεχόμενο χωρίς εντάσεις( Ισπανία-Βουλγαρία- Ρουμανία )


22 Φεβ 2013

Συνηρημένα Ρήματα σε -άω / - ῶ



Τα φωνηεντόληκτα ρήματα με χρονικό χαρακτήρα α ή ε ή ο συναιρούν το φωνήεν αυτό στον Ενεστώτα και τον Παρατατικό με το φωνήεν των καταλήξεων που ακολουθεί και γι’ αυτό ονομάζονται συνηρημένα  ( αλλά και περισπώμενα, γιατί ο συνηρημένος τύπος τους στo α’ πρόσωπο της οριστικής  Ενεστώτα παίρνει περισπωμένη.)
Διαιρούνται  σε τρείς τάξεις:
  1. α’ τάξη --> όσα λήγουν σε -άω (χαρακτήρας α): τιμάω-τιμῶ
  2. β’ τάξη --> όσα λήγουν σε -έω (χαρακτήρας ε): ποιέω-ποι
  3. γ’ τάξη --> όσα λήγουν σε -όω (χαρακτήρας ο): δηλόω-δηλῶ

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΣΥΝΗΡΗΜΕΝΟΥ ΣΕ –ΑΩ (ΤΙΜΑ-Ω=ΤΙΜΩ΄ΘΕΜΑ: ΤΙΜΑ-)

Α’ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ


Ενεστώτας
Παρατατικός
οριστική
(τιμάω) τιμ
(τιμάεις) τιμᾷς
(τιμάει) τιμ
(τιμάομεν) τιμῶμεν
(τιμάετε) τιμᾶτε
(τιμάουσι) τιμῶσι(ν)

(ἐτίμαον) ἐτίμων
(ἐτίμαες) ἐτίμας
(ἐτίμαε) ἐτίμα
(ἐτιμάομεν) ἐτιμῶμεν
(ἐτιμἀετε) ἐτιμᾶτε
(ἐτίμαον) ἐτίμων




υποτακτική



(τιμάω) τιμ
(τιμάῃς) τιμᾷς
(τιμάῃ) τιμ
(τιμάωμεν) τιμῶμεν
(τιμάητε) τιμᾶτε
(τιμάωσι) τιμῶσι(ν)



ευκτική
α’ τύπος ἐνικοῦ:
(τιμάοιμι) τιμῷμι
(τιμάοις) τιμῷς
(τιμάοι) τιμ
ἤ β’ τύπος ἐνικοῦ:
(τιμαοίην) τιμῴην
(τιμαοίης) τιμῴης
(τιμαοίη) τιμῴη
(τιμάοιμεν) τιμῷμεν
(τιμάοιτε) τιμῷτε
(τιμάοιεν) τιμῷεν








προστακτική


-
(τίμαε) τίμα
(τιμαέτω) τιμάτω
-
(τιμάετε) τιμᾶτε
(τιμαόντων) τιμώντων
ἤ (τιμαέτωσαν) τιμάτωσαν


απαρέμφατο
(τιμάειν) τιμᾶν
(ἀπὸ τὸ τιμά-εν)

μετοχή
(τιμάων) τιμῶν
(τιμάουσα) τιμῶσα
(τιμάον) τιμῶν
γενική:
(τιμάοντος) τιμῶντος
(τιμαούσης) τιμώσης
(τιμάοντος) τιμῶντος





 
Β’ ΜΕΣΗ ΦΩΝΗ

Ενεστώτας
Παρατατικός
οριστική
(τιμάομαι) τιμῶμαι
(τιμάῃ ἤ -ει) τιμ
(τιμάεται) τιμᾶται
(τιμαόμεθα) τιμώμεθα
(τιμάεσθε) τιμᾶσθε
(τιμάονται) τιμῶνται

(ἐτιμαόμην) ἐτιμώμην
(ἐτιμάου) ἐτιμ
(ἐτιμάετο) ἐτιμᾶτο
(ἐτιμαόμεθα) ἐτιμώμεθα
(ἐτιμάεσθε) ἐτιμᾶσθε
(ἐτιμάοντο) ἐτιμῶντο

υποτακτική
(τιμάωμαι) τιμῶμαι
(τιμάῃ) τιμ
(τιμάηται) τιμᾶται
(τιμαώμεθα) τιμώμεθα
(τιμάησθε) τιμᾶσθε
(τιμάωνται) τιμῶνται


ευκτική
(τιμαοίμην) τιμῴμην
(τιμάοιο) τιμῷο
(τιμάοιτο) τιμῷτο
(τιμαοίμεθα) τιμῷμεθα
(τιμάοισθε) τιμῷσθε
(τιμάοισθον) τιμῷντο


προστακτική
-
(τιμάου) τιμ
(τιμαέσθω) τιμάσθω
-
(τιμάεσθε) τιμᾶσθε
(τιμαέσθων) τιμάσθων
ἤ (τιμαέσθωσαν) τιμάσθωσαν


απαρέμφατο
(τιμάεσθαι) τιμᾶσθαι

μετοχή
(τιμαόμενος) τιμώμενος
(τιμαομένη) τιμωμένη
(τιμαόμενον) τιμώμενον


Παρατηρήσεις
Στα συνηρημένα ρήματα της α’ τάξης (σε -άω) γίνονται οι
ακόλουθες συναιρέσεις φωνηέντων:
  1. α + ε ή α + η = ᾶ: τίμαε = τίμα, τιμάητε = τιμᾶτε΄
  2. α + ει ή α + ῃ = ᾳ: τιμάει = τιμᾷ, τιμάῃ = τιμᾷ΄
  3. α + ο ή α + ωα + ου = ω: τιμάομεν = τιμῶμεν, τιμάωσι = τιμῶσι, τιμάουσι = τιμῶσι΄
  4. α +οι = ῳ: τιμάοιμι = τιμῷμι.
Τα ρήματα ζῶ, πεινῶ, διψῶ καὶ χρῶμαι(=μεταχειρίζομαι) έχουν χαρακτήρα η και όχι α ( ζή-ω, πεινή-ω, διψή-ω, χρή-ομαι).
Κλίνονται στον Ενεστώτα και τον Παρατατικό κατά τα ρήματα σε -άω, έχουν όμως η), όπου τα ρήματα σε -άω έχουν ):


Το ρήμα ζῶ:
Οριστ. -  Υποτ. ἐνεστ. (ζή-ω) ζῶ, ζῇς, ζῇ, ζῶμεν, ζῆτε, ζῶσι(ν).
Οριστ. Παρατ. (ἔ-ζη-ον) ἔζων, ἔζης, ἔζη, ἐζῶμεν, ἐζῆτε, ἔζων.
Ευκτ. Ενεστ. (ζη-οίην) ζῴην, ζῴης, ζῴη, ζῷμεν, ζῷτε, ζῷεν.
Προστ. Ενεστ. μόνο β’ ἐν. (ζῆ-ε) ζῆ και γ’ ἐν. (ζη-έτω) ζήτω.
Απρμφ. Ενεστ. (ζῆ-εν) ζῆν, Μτχ. Ενεστ. (ζή-ων) ζῶν, ζῶσα, ζῶν.

Το ρήμα πεινῶ καὶ διψῶ:
Οριστ. - Υποτ. Ενεστ. (πεινή-ω) πεινῶ, πεινῇς, πεινῇ κτλ.
Οριστ. Παρατ. (ἐ-πείνη-ον) ἐπείνων, ἐπείνης, ἐπείνη κτλ.
Ευκτ. Ενεστ. (πεινη-οίην) πεινῴην, πεινῴης, πεινῴη κτλ.
Προστ. Ενεστ. (πείνη-ε) πείνη, πεινήτω, πεινῆτε, πεινώντων κτλ.
Απρμφ. Ενεστ. (πεινῆ-εν) πεινῆν. Μτχ. Ενεστ. (πεινή-ων) πεινῶν, -ῶσα, -ῶν.
Έτσι και (διψή-ω) διψῶ, διψῇς, διψῇ κτλ.

Το ρήμα χρῶμαι:
Οριστ. Ενεστ. (χρή-μαι) χρῶμαι, χρῇ, χρῆται, χρώμεθα, χρῆσθε, χρῶνται.
Παρατ. (ἐ-χρη-όμην) ἐχρώμην, ἐχρῶ, ἐχρῆτο, ἐχρώμεθα, ἐχρῆσθε, ἐχρώντο.
Υποτ. Ενεστ. (χρή-ωμαι) χρῶμαι, χρῇ, χρῆται κτλ.
Ευκτ. Ενεστ. (χρη-οίμην) χρῴμην, χρῷο, χρῷτο, χρῴμεθα, χρῷσθε, χρῷντο.
Προστ. Ενεστ. (χρή-ου) χρῶ, χρήσθω, χρῆσθε, χρήσθων ή χρήσθωσαν.
Απρμφ. Ενεστ. (χρή-εσθαι) χρῆσθαι, μτχ. (χρη-όμενος) χρώμενος κτλ.

ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΧΡΟΝΟΙ
Σχηματίζουν τους άλλους χρόνους αφού προστεθούν στο ρηματικό θέμα οι σχετικές καταλήξεις.
Στους χρόνους αυτούς ο βραχύχρονος χαρακτήρας του θέματος εκτείνεται μπρόστά από το σύμφωνο των καταλήξεων:
Το α εκτείνεται σε η:
τιμῶ (θ. τιμα-) τιμή-σω, ἐ-τίμη-σα, τε-τίμη-κα, ἐ-τε-τιμή-κειν΄
τιμή-σομαι, ἐ-τιμη-σάμην, τιμη-θήσομαι, ἐ-τιμή-θην, τε-τίμη-μαι, ἐ-τε-τιμή-μην (έτσι και στα παράγωγα: τιμη-τός, τιμη-τέος, τιμη-τής, τίμη-μα κτλ.).

ΠΙΝΑΚΑΣ ΦΩΝΗΕΝΤΟΛΗΚΤΩΝ ΣΥΝΗΡΗΜΕΝΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΥΝ ΜΕΡΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ Ή ΙΔΙΟΜΟΡΦΙΕΣ
  1. Τα συνηρημένα ρήματα σε -άω που μπροστά από τον χαρακτήρα έχουν τον φθόγγο ε ή ι ή εκτείνουν τον χαρακτήρα α (βραχύχρονο) σε α (μακρόχρονο) (και όχι σε η) μπροστά από το σύμφωνο των καταλήξεων.
  2. Μερικά διατηρούν τον βραχύχρονο χαρακτήρα α σε όλους τους χρόνους ή σε ορισμένους απ’ αυτούς.
  3. Μερικά διατηρούν ή εκτείνουν τον βραχύχρονο χαρακτήρα, αλλά συγχρόνως παίρνουν και τον φθόγγο - σ - στο τέλος του θέματος σε ορισμένους χρόνους.
Έτσι τα ρήματα αυτά σχηματίζουν τους χρόνους ως εξής:
  1. Εκτείνουν τον χαρακτήρα α (βραχύχρονο) σε α (μακρόχρονο) (με φθόγγο ε ή ι ή ρ απὸ τον χαρακτήρα)

Αἰτιά-ομαι = -ῶμαι (=κατηγορώ), (θ. αἰτια-),
Παρατ. ᾐτιαόμην -ώμην,
Μεσ. Μέλλ. αἰτιά-σομαι,
Μεσ. Αόρ. ᾐτια-σάμην,
(Παθ. Μελλ. αἰτια-θήσομαι, μεταγενέστερο),
Παθ. Αόρ. ᾐτιά-θην,
Παρακ. ᾐτία-μαι,
Υπερσ. ᾐτιά-μην,
Ρημ. Επίθ. αἰτια-τέος.

(ἀπο)δειλιά-ω = -ῶ (=είμαι δειλός, δεν τολμώ), (θ. δειλια),
Παρατ. ἀπ-ε-δειλίαον –ων,
Μελλ. ἀπο-δειλιά-σω,
Αόρ. ἀπ-ε-δειλία-σα,
Παρακ. ἀπο-δε-δειλία-κα,
Ρημ. Επίθ. ἀπο-δειλια-τέον.

ἐά-ω = ἐῶ (=αφήνω), (θ. ἐα),
Παρατ. εἰᾶον –ων,
Μελλ. ἐά-σω, Αόρ. εἴα-σα,
Παρακ. εα-κα,
Παθ. ἐάομαι –ῶμαι,
Παρατ. δεν έχει,
Μέσ. Μέλλ. ως παθ. ἐά-σομαι,
Παθ. Αόρ. εἰά-θην,
Παρακ. εἴα-μαι,
Ρημ. Επίθ. ἐα-τέος.

Θηρά-ω = -ῶ (=κυνηγώ), (θ. θηρα-),
Παρατ. ἐ-θηράον-ων,
Μελλ. θη-ράσω,
Αόρ. ἐ-θήρα-σα,
Παρακ. τε-θήρα-κα,
Υπερσ. ἐ-τε-θηρά-κειν,
Μέσ. και Παθ. θηράομαι -ῶμαι΄
Ρημ. Επίθ. θηρα-τός, θηρα-τέος,
Παράγωγα, θηρα-τής, θήρα-μα κτλ.

ἰά-ομαι – ἰῶμαι (=γιατρεύω), (θ. ἰα-),
Παρατ. ἰαόμην -ώμην,
Μέσ. Μέλλ. ἰά-σομαι,
Μέσ. Αόρ. ἰα-σάμην,
Παθ. Αόρ. μὲ παθ. διάθ. ἰά-θην,
Ρημ. Επίθ. ἰα-τός, ἰα-τέος,
Παράγωγα α-σις, ἴαμα, ἰα-τρός κτλ.


  1. Ρήματα που διατηρούν  το βραχύχρονο χαρακτήρα α και έχουν σ μπροστά από το θ, μ, τ.

Γελά-ω = -ῶ (αρχικό θ. γελασ- Ενεστ. γελάσ-ω = γελάω-ῶ),
Παρατ. ἐγέλαον –ων,
Μέσ. μέλλ. ως Ενεργ. γελά-σομαι,
Αόρ. ἐ-γέλα-σα,
Παθ. (κατα)γελάομαι -ῶμαι,
Αόρ. ἐ-γελάσ-θην,
Παρακ. γε-γέ-λασ-μαι,
Ρημ. Επίθ. κατα-γέλασ-τος.

Σπά-ω = σπῶ (αρχικό θ. σπασ-),
Παρατ. ἔσπαον –ων,
Μέλλ. σπάσω,
Αόρ. ἔ-σπα-σα,
Παθ. σπάομαι -ῶμαι,
Παρατ. ἐ-σπαόμην -ώμην,
Μέσ. Μέλλ. σπά-σομαι,
Μέσ. Αόρ. ἐ-σπα-σάμην,
Παρακ. ἔ-σπασ-μαι,
Ρημ. Επίθ. ἀνά-σπασ-τος, ἀ-διά-σπασ-τος κτλ.

Χαλά-ω = ῶ (=χαλαρώνω), (ἀρχικὸ θ. χαλασ-),
Παρατ. ἐχάλαον –ων,
Αόρ. ἐ-χάλα-σα,
Παθ. χαλάομαι -ῶμαι,
Παθ. Αόρ. ἐ-χαλάσ-θην.


  1. Ρήματα που έχουν μακρόχρονο χαρακτήρα α και παίρνουν σ μόνο μπροστά από το θ καὶ τ.

Δρά-ω = δρῶ (=κάνω, ενεργώ), (θ. δρα- και απὸ αναλογὶα δρασ-),
Παρατ. ἔδραον –ων,
Μέλλ. δρά-σω,
Αόρ. ἔ-δρα-σα,
Παρακ. δέ-δρα-κα.
Παθ. δράομαι -ῶμαι, ἐδραόμην -ώμην,
Αόρ. ἐ-δρά-σ-θην,
Παρακ. δέ-δρα-μαι,
Ρημ. Επίθ. δρα-σ-τέον,
Παράγωγα δρᾶμα, δρᾶ-σις, δρά-σ-της κτλ.